20ον Μάθημα Ε.Ρ.Ο.Σ. Ἑλληνικό-Ρωμαίικο Ὀρθόδοξο Σχολεῖο. Ἅγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς. 23-04-2024

Streamed on:
56

Τρίτη, 23 Ἀπριλίου 2024 καὶ κάθε Τρίτη 9:00 μ.μ.

Ὁ Ἅγιος Νικόλαος (Βελιμίροβιτς), πρῶτο ἀπό τὰ ἑννέα τέκνα τῶν εὐσεβῶν ἀγροτῶν Δραγομίρου καὶ Αἰκατερίνης, γεννήθηκε στὶς 23 Δεκεμβρίου 1880 στὸ χωριό Λέλιτς τῆς κεντροδυτικῆς Σερβίας. Ἀσθενικός στὴ σωματική του διάπλαση καὶ κράση, ἐπέδειξε τὴν εὐφυΐα, τὴ μεγάλη του ἀγάπη πρὸς τὸν Θεό καὶ τὴν Ἐκκλησία καὶ τὴν κλίση πρὸς τὸν μοναχικό βίο, ἀπό μικρός.

Παρά τὴν πτωχεία τῆς οἰκογένειάς του, σπούδασε, στὴ θεολογική σχολή Βελιγραδίου, ἀνακηρύχθηκε διδάκτωρ τῆς Θεολογίας στὴ Βέρνη τῆς Ελβετίας (1908), διδάκτωρ στὴν Ὀξφόρδη τῆς Ἀγγλίας (1909) καὶ τὸ Χάλλε τῆς Γερμανίας (1911). Γνώριζε ἑπτά γλῶσσες, μεταξύ τῶν ὁποίων καὶ τὴν ἑλληνική.

Λάτρευε τὸν Θεό ἐξ ὅλης τῆς καρδίας, ἰσχύος καὶ διανοίας του, καὶ ὁ Θεός τοῦ ἔδωσε στόμα καὶ σοφία ἀσυναγώνιστη καὶ ἀκαταγώνιστη. Ἐκάρη μοναχός καὶ χειροτονήθηκε πρεσβύτερος στὴ μονή Ρακόβιτσα, κοντά στὸ Βελιγράδι, τὸν Δεκέμβριο τοῦ ἔτους 1909. Εἶχε ἀρρωστήσει βαρειά ἀπό δυσεντερία καὶ ἔταξε, ἐάν ὁ Κύριος τὸν θεραπεύσει, νὰ Τοῦ ἀφιερωθῇ διά βίου μὲ ὅλη του τὴν ὕπαρξη, ὅπως καὶ ἔγινε.

Κατά τὴν περίοδο 1915 – 1919 ἀπεστάλη στὴν Ἀμερική καὶ στὴν Ἀγγλία, γιὰ νὰ συντρέξῃ καὶ νὰ ἐνισχύσῃ τὸν πολύπαθο Σερβικό λαό. Τὸ ἔτος 1919 ἐξελέγη Ἐπίσκοπος Ζίτσης στὴν κεντρική Σερβία καὶ τὸ ἔτος 1920 μεταφέρθηκε στὴν Ἀχρίδα, ὅπου ἀνέπτυξε ἕνα τεράστιο ἱεραποστολικό, ποιμαντικό, κοινωνικό καὶ φιλανθρωπικὸ ἔργο.

Ὡς ἐπίσκοπος, διακρινόταν γιὰ τὴν ἁπλότητα τοῦ ἤθους του, τὴν καλωσύνη καὶ τὴν ἀνιδιοτέλεια τῆς ἀγάπης πρὸς τοὺς συνανθρώπους του. Κατ᾿ ἐξοχὴν τὸν χαρακτήριζε ἡ ἀρετὴ τῆς ταπείνωσης. Ἡ πνευματικότητά του ἐνισχυόταν συνεχῶς ἀπὸ τὴν ἄσκηση τῆς νοερᾶς προσευχῆς, τὴ μελέτη τοῦ βίου καὶ τῶν συγγραμμάτων τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, παράλληλα μὲ τὴ συναναστροφὴ του μὲ Ἁγιορεῖτες Πατέρες.

Μὲ τὴν πνευματική του καθοδήγηση καὶ τὰ συγγράμματά του συνετέλεσε στὴν πνευματικὴ ἀναγέννηση τοῦ λαοῦ καὶ τὴν ἄνθιση τοῦ μοναχισμοῦ. Τὸ 1941 οἱ ἀρχές κατοχῆς τῆς χώρας του, οἱ Γερμανοί, τὸν συλλαμβάνουν, τὸν περιορίζουν καὶ τὸ 1944 τὸν στέλνουν στὸ στρατόπεδο συγκεντρώσεως τοῦ Νταχάου στὴ Γερμανία, ὅπου ὑπέστη πάνδεινα βασανιστήρια. Ὁ δοῦλος τοῦ Κυρίου βάσταζε τὰ στίγματα τοῦ μαρτυρίου στὸ σῶμα του, ποὺ ὅλο εἶχε γίνει μὶα πληγή. Μάλιστα δέρμα στὴν πλάτη καὶ στὰ πέλματα δέν ὑπῆρχε.

Μετά τὴν ἀπελευθέρωσή του, τὸ Μάιο τοῦ 1945, δὲν θέλησε πλέον νὰ ἐπιστρέψῃ στὴν πατρίδα του. Τὸ τότε καθεστώς τὸν θεωροῦσε ἀνεπιθύμητο πρόσωπο. Πῆγε στὴν Ἀμερική καὶ παρά τὴν κλονισμένη ὑγεία του συνέχισε τὸ φιλανθρωπικό καὶ ἱεραποστολικό ἔργο τοῦ Χριστοῦ. Δίδαξε στὴν ἱερατική σχολή τῆς μονῆς τοῦ Ἁγίου Σάββα στὸ Λίμπερτβιλ τοῦ Ἰλλινόϊς καὶ ἀπό τὸ 1951 ἐγκαταστάθηκε στὴ Ρωσική μονή τοῦ Ἁγίου Τύχωνος στὴν Πενσυλβάνια, ὅπου καθοδηγοῦσε τοὺς μοναχούς καὶ διηύθυνε τὸ θεολογικό σεμινάριο τῆς μονῆς. Οἱ δυσκολίες καὶ τὰ προβλήματα δὲν τὸν ἀποθάρρυναν ποτέ. Αἰσθανόταν ἔντονα τὴν παρουσία τῆς Θείας Πρόνοιας στὸ βίο του καὶ αὐτό τοῦ ἔδινε δύναμη, ἀνδρεία καὶ χαρά.

Ἡ προσευχή του ἦταν ἀδιάλλειπτη καὶ ἔρρεε ὡς ποταμός τοῦ παραδείσου. Πενθοῦσε ἀβίαστα καὶ ἔχυνε δάκρυα μετάνοιας, παρακλήσεως, μεσιτείας καὶ δοξολογίας. Τὸ πρωΐ τῆς Κυριακῆς 17 Μαρτίου τοῦ ἔτους 1956 μ.Χ. προσευχόμενος στὸ ταπεινό κελί του καὶ προετοιμαζόμενος νὰ λειτουργήσῃ, κοιμήθηκε εἰρηνικά. Τὸ ἱερό του σκήνωμα ἐπέστρεψε στὴ Σερβία τὸ 1991 μ.Χ. Ἡ Ἱερά Σύνοδος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Σερβίας τὸν διεκήρυξε Ἅγιο καὶ τὸν ἐνέταξε στὸ Ἁγιολόγιό της στὶς 19 Μαΐου τοῦ 2003. Ἑορτάζει στὶς 5 Μαρτίου._
Διδάσκουν
π. Σπυρίδων Ἀθανασιάδης
Καὶ ἄλλοι ἱερωμένοι, καθηγητές, καὶ ἐπιστήμονες

Loading comments...